Ματθαίος Γκούμας Β2
1. Ο Βενέζης μεταφέρει την εικόνα ενός ταλαιπωρημένου ανθρώπου που προκαλεί τον οίκτο. Το πρόσωπό του ήταν ωχρό, το κορμί του σκεπασμένο με τσουβάλια και από πίσω του τρέχανε σκυλιά. Μια τραγική φιγούρα που έμοιαζε με φάντασμα, μια δυστυχισμένη ύπαρξη που έρχεται απ' την κόλαση. Η εξωτερική του εμφάνιση δείχνει έναν άνθρωπο που έχει υποστεί τρομερές δοκιμασίες, που έχει βιώσει τραγικές καταστάσεις, που έχει βιώσει τη φρίκη του πολέμου. Σκεπάζει το πρόσωπο με τα χέρια σα να μη θέλει να βλέπει και να σκέφτεται τίποτα.
2. Παραμύθι: φανταστική διήγηση θαυμαστών περιστατικών, (μτφ) ψευτιά. Παραμυθία: λόγος παραγορητικός, παρηγοριά.
Το παραμύθι είναι μια φανταστική ιστορία χωρίς ρεαλιστικές περιγραφές, ούτε λεπτομέρειες που γαληνεύει την ψυχή των μικρών παιδιών και κοιμούνται ήσυχα. Είναι μια απλή περιπέτεια με ευτυχισμένο τέλος που κάνει το μικρό παιδί να αισθανθεί ότι δεν κινδυνεύει. Αυτό ακριβώς κάνει και ο Αντρέας: έχει απέναντί του μια τραγική μάνα, που, αν μάθει την αλήθεια για το χαμό του παιδιού της, θα καταρρεύσει. Το "παραμύθι" που της λέει λειτουργεί σαν παρηγορητικός λόγος με την κυριολεκτική σημασία. Αντί για τη σκληρή αλήθεια του πολέμου, ο Αντρέας παρηγορεί την πικραμένη ψυχή της μάνας μ' ένα ψέμα το οποίο θα συντηρήσει την ελπίδα της. Η ελπίδα για τη μάνα είναι όπως ο ύπνος του μικρού παιδιού. Πίσω απ' τα λόγια του παραμυθιού, το μικρό παιδί "βλέπει" τον φύλακα-άγγελο που το σκεπάζει με το φως του προσώπου του. Αυτός ο άγγελος είναι για τη μάνα η πληροφορία ότι στον πόλεμο δεν έγινε τίποτα άσχημο και ότι ο γιος της ζει και θα γυρίσει σίγουρα κοντά της.
3. Παραθέτω αποσπάσματα των μαρτυριών που με εντυπωσίασαν:
Ενα κομμένο χέρι AΛΕΞΗΣ AΛΕΞΙΟΥ
"Το σπίρτο έσβησε, αλλά συγχρόνως σκουντούφλησα σε κάτι μαλακό· μπάζω τις φωνές. Ο πατέρας μου άναψε κι άλλο σπίρτο και προχωρούσε προς εμένα. Στο τρεμάμενο φως του σπίρτου είδαμε με φρίκη ότι είχα σκουντουφλήσει σ΄ ένα κομμένο χέρι και λίγο πάρα κάτω είδα φευγαλέα ένα πτώμα γυναικείο."
Με πετρέλαια και βενζίνες ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ MΑΡΣΕΛΟΣ
Από την άλλη μεριά ήταν η φωτιά, δεν μπορούσαν να περάσουν, να φύγουν. Τότε όσοι ξέραν μπάνιο πέφταν στην θάλασσα. Αν τους βλέπαν οι Τούρκοι, τους σκότωναν μέσα εκεί. Εάν δεν τους βλέπαν, έφταναν στα συμμαχικά πολεμικά καράβια που ήταν αραγμένα και υποστήριζαν τους Ελληνες. Τους άφηναν και σκαρφαλώναν απάνω στα καράβια και, μόλις μπαίναν μέσα, τους ξανάριχναν στη θάλασσα! Αλλοι πνιγόντουσαν κι άλλοι έβγαιναν πάλι όξω.
Στάμνες με χρυσές λίρες ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΚΟΥΤΣΟΜΥΤΟΥ
Μερικοί δε χτυπήθηκαν καλά, κάναν τον πεθαμένο, σύρθηκαν στα βουνά τη νύχτα και γλίτωσαν.
Η λαχτάρα του φευγιού ΦΙΛΙΩ ΣΕΪΤΑΝΙΔΟΥ
Ο κόσμος χύνονταν στους δρόμους σαν το νερό, τα ΄χε χάσει. Δεν ήξερε κατά πού να πάει. Ητανε Σάββατο πρωί κι ακούσαμε κανονιές. Κι όλοι είπανε: "Αμυνα, άμυνα κρατάει ο ελληνικός στρατός!". Πού να κρατήσει άμυνα, που γύριζαν γυμνοί και ξυπόλητοι! Λίγοι-λίγοι είχαν πάρει τις στράτες και τα βουνά.
Νίκος Κολιός Β2
1. Ο συγγραφέας μιλώντας για τη στιγμή της εμφάνισης του αιχμαλώτου μας μεταφέρει την εικόνα ενός ταλαιπωρημένου ανθρώπου σε αξιολύπητη κατάσταση. "Ένας μονάχος, ολομόναχος άνθρωπος πρόβαλε στο μονοπάτι. Είχε σκεπασμένο με τσουβάλια το κορμί του, το πρόσωπό του ήταν κίτρινο, ήταν ολομόναχος κι από πίσω του τρέχανε σκυλιά και τον γάβγιζαν, κι από πίσω του ήταν οι λόφοι". Μια τραγική φιγούρα, που κάνει όσους τον πρωτοπλησιάζουν να τον βλέπουν σαν φάντασμα. Σαν δυστυχισμένη ύπαρξη που έρχεται από την κόλαση, σαν τρομοκρατημένο κι ανυπεράσπιστο πλάσμα, "σαν φοβισμένο ζο" να ζητά έλεος. Η εξωτερική του εικόνα δείχνει βασανισμένο άνθρωπο που παραξενεύεται από την ησυχία: "πώς γίνεται να είναι ήρεμοι;"
2. Παραμύθι: Η ερμηνεία αυτής της λέξης που αιτιολογεί την ιστορία που είπε ο Αντρέας στη θεία Μαρία είναι η εξής: κατάσταση ιδανική, ονειρική, εξωπραγματική.
Παραμυθία- παραμυθιάζω: Η ερμηνεία των λέξεων αυτών που αιτιολογεί την ιστορία που διηγήθηκε ο Αντρέας στη θεία Μαρία είναι η εξής: παρηγοριά: μιλώ σε κάποιον μην προσπαθώντας να τον πείσω για κάτι, να τον καταφέρω, να τον εξαπατήσω. Αυτό συμβαίνει διότι ο Αντρέας σκαρφίστηκε την ιστορία αυτή προκειμένου να "εξαπατήσει" τη θεία Μαρία και να την πείσει ότι δεν συμπεριφέρθηκαν άσχημα στον Άγγελο κατά τη διάρκεια της αιχμαλωσίας προσπαθώντας να τη χαροποιήσει και να την παραπλανήσει παρουσιάζοντας μια ιδανική κατάσταση.
3. Ιδιαίτερα εντυπωσιακό και αξιοσημείωτο ταυτόχρονα είναι το γεγονός ότι, σύμφωνα με τη μαρτυρία του Παναγιώτη Μαρσέλου, οι λεγόμενοι "σύμμαχοι" δεν υποστήριξαν ούτε βοήθησαν τους άτυχους Μικρασιάτες Έλληνες που πάσχιζαν να ξεφύγουν από τη μανία των Τούρκων. Αυτό διαφαίνεται στο ότι παρόλο που υπήρχαν καράβια των συμμάχων, στα οποία σκαρφάλωναν όσοι κατάφερναν να ξεφύγουν, μόλις ανέβαιναν, τους έριχναν πάλι στη θάλασσα, ενώ την ίδια στιγμή διάφοροι Άγγλοι, Γάλλοι και Ιταλοί διασκέδαζαν ανενόχλητοι στα καφενεία χορεύοντας. Επιπροσθέτως, μεγάλη εντύπωση μου δημιούργησε το γεγονός ότι κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους οι Μικρασιάτες Έλληνες έστελναν στάμνες με χρυσές λίρες, τις οποίες κάλυπταν με λάδι για να μη φαίνονται. Τέλος, αξιομνημόνευτο είναι το θάρρος και η παρρησία πολλών Ελλήνων που, αν και σε μικρή ηλικία, απομακρύνθηκαν από τις οικογένειές τους και ξέφυγαν από τους Τσέτες- Τούρκους.
1. Ο Βενέζης μεταφέρει την εικόνα ενός ταλαιπωρημένου ανθρώπου που προκαλεί τον οίκτο. Το πρόσωπό του ήταν ωχρό, το κορμί του σκεπασμένο με τσουβάλια και από πίσω του τρέχανε σκυλιά. Μια τραγική φιγούρα που έμοιαζε με φάντασμα, μια δυστυχισμένη ύπαρξη που έρχεται απ' την κόλαση. Η εξωτερική του εμφάνιση δείχνει έναν άνθρωπο που έχει υποστεί τρομερές δοκιμασίες, που έχει βιώσει τραγικές καταστάσεις, που έχει βιώσει τη φρίκη του πολέμου. Σκεπάζει το πρόσωπο με τα χέρια σα να μη θέλει να βλέπει και να σκέφτεται τίποτα.
2. Παραμύθι: φανταστική διήγηση θαυμαστών περιστατικών, (μτφ) ψευτιά. Παραμυθία: λόγος παραγορητικός, παρηγοριά.
Το παραμύθι είναι μια φανταστική ιστορία χωρίς ρεαλιστικές περιγραφές, ούτε λεπτομέρειες που γαληνεύει την ψυχή των μικρών παιδιών και κοιμούνται ήσυχα. Είναι μια απλή περιπέτεια με ευτυχισμένο τέλος που κάνει το μικρό παιδί να αισθανθεί ότι δεν κινδυνεύει. Αυτό ακριβώς κάνει και ο Αντρέας: έχει απέναντί του μια τραγική μάνα, που, αν μάθει την αλήθεια για το χαμό του παιδιού της, θα καταρρεύσει. Το "παραμύθι" που της λέει λειτουργεί σαν παρηγορητικός λόγος με την κυριολεκτική σημασία. Αντί για τη σκληρή αλήθεια του πολέμου, ο Αντρέας παρηγορεί την πικραμένη ψυχή της μάνας μ' ένα ψέμα το οποίο θα συντηρήσει την ελπίδα της. Η ελπίδα για τη μάνα είναι όπως ο ύπνος του μικρού παιδιού. Πίσω απ' τα λόγια του παραμυθιού, το μικρό παιδί "βλέπει" τον φύλακα-άγγελο που το σκεπάζει με το φως του προσώπου του. Αυτός ο άγγελος είναι για τη μάνα η πληροφορία ότι στον πόλεμο δεν έγινε τίποτα άσχημο και ότι ο γιος της ζει και θα γυρίσει σίγουρα κοντά της.
3. Παραθέτω αποσπάσματα των μαρτυριών που με εντυπωσίασαν:
Ενα κομμένο χέρι AΛΕΞΗΣ AΛΕΞΙΟΥ
"Το σπίρτο έσβησε, αλλά συγχρόνως σκουντούφλησα σε κάτι μαλακό· μπάζω τις φωνές. Ο πατέρας μου άναψε κι άλλο σπίρτο και προχωρούσε προς εμένα. Στο τρεμάμενο φως του σπίρτου είδαμε με φρίκη ότι είχα σκουντουφλήσει σ΄ ένα κομμένο χέρι και λίγο πάρα κάτω είδα φευγαλέα ένα πτώμα γυναικείο."
Με πετρέλαια και βενζίνες ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ MΑΡΣΕΛΟΣ
Από την άλλη μεριά ήταν η φωτιά, δεν μπορούσαν να περάσουν, να φύγουν. Τότε όσοι ξέραν μπάνιο πέφταν στην θάλασσα. Αν τους βλέπαν οι Τούρκοι, τους σκότωναν μέσα εκεί. Εάν δεν τους βλέπαν, έφταναν στα συμμαχικά πολεμικά καράβια που ήταν αραγμένα και υποστήριζαν τους Ελληνες. Τους άφηναν και σκαρφαλώναν απάνω στα καράβια και, μόλις μπαίναν μέσα, τους ξανάριχναν στη θάλασσα! Αλλοι πνιγόντουσαν κι άλλοι έβγαιναν πάλι όξω.
Στάμνες με χρυσές λίρες ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΚΟΥΤΣΟΜΥΤΟΥ
Μερικοί δε χτυπήθηκαν καλά, κάναν τον πεθαμένο, σύρθηκαν στα βουνά τη νύχτα και γλίτωσαν.
Η λαχτάρα του φευγιού ΦΙΛΙΩ ΣΕΪΤΑΝΙΔΟΥ
Ο κόσμος χύνονταν στους δρόμους σαν το νερό, τα ΄χε χάσει. Δεν ήξερε κατά πού να πάει. Ητανε Σάββατο πρωί κι ακούσαμε κανονιές. Κι όλοι είπανε: "Αμυνα, άμυνα κρατάει ο ελληνικός στρατός!". Πού να κρατήσει άμυνα, που γύριζαν γυμνοί και ξυπόλητοι! Λίγοι-λίγοι είχαν πάρει τις στράτες και τα βουνά.
Νίκος Κολιός Β2
1. Ο συγγραφέας μιλώντας για τη στιγμή της εμφάνισης του αιχμαλώτου μας μεταφέρει την εικόνα ενός ταλαιπωρημένου ανθρώπου σε αξιολύπητη κατάσταση. "Ένας μονάχος, ολομόναχος άνθρωπος πρόβαλε στο μονοπάτι. Είχε σκεπασμένο με τσουβάλια το κορμί του, το πρόσωπό του ήταν κίτρινο, ήταν ολομόναχος κι από πίσω του τρέχανε σκυλιά και τον γάβγιζαν, κι από πίσω του ήταν οι λόφοι". Μια τραγική φιγούρα, που κάνει όσους τον πρωτοπλησιάζουν να τον βλέπουν σαν φάντασμα. Σαν δυστυχισμένη ύπαρξη που έρχεται από την κόλαση, σαν τρομοκρατημένο κι ανυπεράσπιστο πλάσμα, "σαν φοβισμένο ζο" να ζητά έλεος. Η εξωτερική του εικόνα δείχνει βασανισμένο άνθρωπο που παραξενεύεται από την ησυχία: "πώς γίνεται να είναι ήρεμοι;"
2. Παραμύθι: Η ερμηνεία αυτής της λέξης που αιτιολογεί την ιστορία που είπε ο Αντρέας στη θεία Μαρία είναι η εξής: κατάσταση ιδανική, ονειρική, εξωπραγματική.
Παραμυθία- παραμυθιάζω: Η ερμηνεία των λέξεων αυτών που αιτιολογεί την ιστορία που διηγήθηκε ο Αντρέας στη θεία Μαρία είναι η εξής: παρηγοριά: μιλώ σε κάποιον μην προσπαθώντας να τον πείσω για κάτι, να τον καταφέρω, να τον εξαπατήσω. Αυτό συμβαίνει διότι ο Αντρέας σκαρφίστηκε την ιστορία αυτή προκειμένου να "εξαπατήσει" τη θεία Μαρία και να την πείσει ότι δεν συμπεριφέρθηκαν άσχημα στον Άγγελο κατά τη διάρκεια της αιχμαλωσίας προσπαθώντας να τη χαροποιήσει και να την παραπλανήσει παρουσιάζοντας μια ιδανική κατάσταση.
3. Ιδιαίτερα εντυπωσιακό και αξιοσημείωτο ταυτόχρονα είναι το γεγονός ότι, σύμφωνα με τη μαρτυρία του Παναγιώτη Μαρσέλου, οι λεγόμενοι "σύμμαχοι" δεν υποστήριξαν ούτε βοήθησαν τους άτυχους Μικρασιάτες Έλληνες που πάσχιζαν να ξεφύγουν από τη μανία των Τούρκων. Αυτό διαφαίνεται στο ότι παρόλο που υπήρχαν καράβια των συμμάχων, στα οποία σκαρφάλωναν όσοι κατάφερναν να ξεφύγουν, μόλις ανέβαιναν, τους έριχναν πάλι στη θάλασσα, ενώ την ίδια στιγμή διάφοροι Άγγλοι, Γάλλοι και Ιταλοί διασκέδαζαν ανενόχλητοι στα καφενεία χορεύοντας. Επιπροσθέτως, μεγάλη εντύπωση μου δημιούργησε το γεγονός ότι κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους οι Μικρασιάτες Έλληνες έστελναν στάμνες με χρυσές λίρες, τις οποίες κάλυπταν με λάδι για να μη φαίνονται. Τέλος, αξιομνημόνευτο είναι το θάρρος και η παρρησία πολλών Ελλήνων που, αν και σε μικρή ηλικία, απομακρύνθηκαν από τις οικογένειές τους και ξέφυγαν από τους Τσέτες- Τούρκους.